Έργα χωρίς νόμιμες διαδικασίες (Α’ ΜΕΡΟΣ)

Σάββατο 7 Μαρτίου 2009

Είναι πολλές οι φορές που μια Δημοτική Αρχή βρίσκεται προ διλήμματος να ακολουθεί πιστά τις νόμιμες διαδικασίες που περιγράφονται από τη νομοθεσία ή να «ελίσσεται» γύρω από αυτές με την λογική του σκοπού που αγιάζει τα μέσα.
Ενδεικτικά αναφέρεται σαν παράδειγμα, το πρόβλημα που είχε προκύψει προ μηνών με την καθαριότητα του Δήμου. Έστω, λοιπόν, ότι για την πλήρη και σωστή λειτουργία της, απαιτούνται 10 εργάτες. Και έστω ότι είναι δυνατόν να προσληφθούν μόνο 5. Τίθεται το ερώτημα: Αφήνουμε μόνο 5 εργάτες ακολουθώντας πιστά τη νομοθεσία αλλά εις βάρος της υγιεινής της πόλης ή δημιουργούμε “καυτές” αναθέσεις και έργα αυτεπιστασίας ώστε να πληρωθούν και οι άλλοι πέντε εξασφαλίζοντας όμως τη σωστή λειτουργία στην πράξη?

Το κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις.

Στη μία περίπτωση έχουμε την νομιμότητα, τη διαφάνεια και την λεγόμενη «καθαρή» στάση. Η Δημοτική Αρχή επιλέγει να κινείται μεταξύ των ορίων της νομιμότητας , με συνέπεια την ελαχιστοποίηση πολιτικού κόστους που ενδεχομένως να προκύψει από καταγγελίες για παράνομες και αδιαφανείς αναθέσεις έργων. Στο βωμό όμως της νομιμότητας αυτής, πολλές φορές το αποτέλεσμα είναι να μην πραγματοποιείται μια απαραίτητη -για το Δήμο –εργασία οπότε και ζημιώνονται στην πράξη οι δημότες. Σε περίπτωση δε επιτακτικών αναγκών όπου η δημοτική αρχή αναγκάζεται να «υποκύψει» στην προφορική ανάθεση για εκτέλεση εργασιών βρίσκεται προ του γεγονότος να οφείλει πληρωμές σε εργολάβους/υπαλλήλους κλπ που δεν δύναται να εξοφλήσει με νόμιμες διαδικασίες, οπότε και αυτοί μένουν απλήρωτοι.

Στην άλλη περίπτωση, έχουμε την επιλογή για μέγιστη αποτελεσματικότητα, κινητήρια δύναμη το σκοπό που αγιάζει τα μέσα (εις βάρος των «μέσων»). Η Δημοτική Αρχή επιλέγει να παράγει έργο, την ώρα που το θέλει, με τον τρόπο που κρίνει πιο αποτελεσματικό, χωρίς όμως να συμμορφώνεται με τις νομότυπες διαδικασίες που πολλές φορές στέκονται πρακτικά εμπόδιο στο δρόμο αυτόν, έχοντας όμως και τα κότσια να αναλάβει τις ευθύνες της αν και όποτε αυτές αναζητηθούν. Έτσι, συνήθως κρίνεται πετυχημένη αλλά επωμίζεται το πολιτικό κόστος που προκύπτει από την έλλειψη νομιμοφροσύνης. Παράλληλα, με τη λογική αυτή και συνήθως κοντά σε προεκλογική περίοδο, επιδίδεται σε μεγάλο αριθμό έργων χωρίς διαφάνεια με σκοπό την ψηφοθηρία και με αποτέλεσμα να μετακυλίονται οφειλές (που δεν δύναται να εξοφληθούν νόμιμα και λόγω οικονομικής αδυναμίας) προς την επόμενη Δημοτική αρχή, χωρίς να υπάρχουν εγγυήσεις ότι και αυτή έχει τη θέληση να τις εξοφλήσει.

Σε ένα Δήμο στην Ελλάδα, και τα δύο είναι ζητούμενα. Απαιτείται νομιμότητα-διαφάνεια αλλά και αποτελεσματικότητα. Πολλές φορές, λοιπόν, τα δύο αυτά χαρακτηριστικά δεν έχουν παράλληλη πορεία. Στο σημείο αυτό είναι που – κατά την προσωπική μου γνώμη – πρέπει η εκάστοτε Δημοτική αρχή να επιζητά την συναίνεση. Μια «συνεννόηση» (λέξη που είναι της μόδας τελευταία) με την αντιπολίτευση ώστε να καλυφθεί ηθικά και πολιτικά στην επιλογή της να μην θυσιάσει την αποτελεσματικότητα στο βωμό της νομιμοτυπίας. Αν φυσικά αυτό δεν γίνει αποδεκτό από την αντιπολίτευση, τότε το κρίμα στο λαιμό της και θα κριθεί για την στάση της. Σε κάθε περίπτωση, όταν το δίλημμα είναι πόλη καθαρή με παράτυπες διαδικασίες ή εμφάνιση αρουραίων με νομιμότητα, δύσκολα κάποιος θα επιλέξει τους «αρουραίους».


Θα ακολουθήσει Β’ μέρος: ο ρόλος της Τεχνικής Υπηρεσίας.